Η ποίηση, η φιλοσοφία, ίσως κι η μουσική
είναι μια αναρρίχηση του σώματος
βαθιά μέσα στο πνεύμα.

Οι σιωπές των κραυγαλέων, 2009.

*Τα γρανάζια της πόλης

Για δες απ’ το παράθυρό σου,

τα γρανάζια της πόλης και τα φώτα,

ρίξε μια ματιά στους περαστικούς.

Κι ύστερα βρες το παράπονό σου

μες τη σκόνη και των ιδρώτα,

μήπως και βρεις τους κυνικούς.

Μην τους ρωτάς διόλου για το σήμερα,

δεν τους απομένει τίποτα απ’ το χθες,

γιατί ειν’ οι εικόνες του απόμακρες,

γιατί ειν’ οι μνήμες τους θολές.

Κάτσε μπρος στο μικρό σου τζάκι

κι ας τη φωτιά του να σε καίει,

κάνε την πιο απίθανη ευχή.

Ριξ’ την μες τη φλόγα και τη στάχτη,

δες την που παύει ν’ αναπνέει

κι ας την στον αέρα να χαθεί.

Κάρβουνα έχουν γίνει όλες οι ευχές μας,

κάρβουνα οι μικρές κι μεγάλες μας στιγμές

Μα τις ζητάμε καμιά φορά να ζεσταθούμε

κι ας μας αφήνουνε σημάδια και πληγές.

Φωτογραφία: Χρ. Μαρκαντώνης

Σάββατο 7 Ιουνίου 2014

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ
Αναδημοσίευση από την Αυγή 7/6/14







ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ, Ανορθολογισμός, Φονταμενταλισμός και θρησκευτική αναβίωση. Τα χρώματα της σκακιέρας, Εκδόσεις των Συναδέλφων, σελ. 120

Οι προσλαμβάνουσες του νεοφονταμενταλισμού
Η δεύτερη έκδοση αυτού του κειμένου έρχεται την κατάλληλη στιγμή. Σε μια κρίση που βαθαίνει, σε μια οικονομία που είναι στα όρια της κατάρρευσης -αν δεν έχει καταρρεύσει ήδη- και τέλος σε μια καθημερινότητα φορτική που ο όρος «κοινωνικός κανιβαλισμός» τείνει να γίνει τρόπος ζωής. Κι όταν η προπαγάνδα με την παραδοσιακή έννοια αφοπλίζεται, το έθνος και η θρησκεία λαμβάνουν θέση μάχης. Ο μυημένος ξέρει, αλλά ο αμύητος θα πει -όπως είπε άλλωστε- «Για την Ελλάδα ρε γαμώτο»… και από εδώ ξεκινάει το παραμύθι που ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου μετουσίωσε σε δραματική αλήθεια. Τίποτα λοιπόν δεν είναι μακριά, όπως τίποτα δεν είναι παρελθόν…

Ο Φώτης Τερζάκης επανέρχεται 15 χρόνια μετά -και υπό την πίεση ισχυρών γεωπολιτικών συσχετισμών- να επανεξετάσει έναν άλλο «ορθό λόγο»: αυτόν που διέπει την αντιμεταφυσική ιδιοσυγκρασία του σύγχρονου φονταμενταλισμού. Σε τι, όμως, μπορεί να ενδιαφέρει εδώ το παράξενο αυτό παιχνίδι της «σκακιέρας» που παίζεται με τους ανατολίτες; Εδώ είναι Δύση: ορθός λόγος (χωρίς εισαγωγικά) και καπιταλισμός, θα αναρωτηθεί ο αναγνώστης. Από το σημείο αυτό φαίνεται πως ξεκινάει και ο συγγραφέας γνωρίζοντας καλά αυτήν την προβληματική και προλαβαίνοντας τους βιαστικούς ήδη από τον πρόλογο: «ο φονταμενταλισμός είναι μια μορφή καθυστερημένου ή ανεσταλμένου εθνικισμού». Το δικό μας άραγε «χριστιανο-δυτικό» εδάφιο βρίσκεται απ’ έξω; 


Ο Χριστόδουλος, το Σκοπιανό, ο αγώνας των «Αθηνών και πάσης Ελλάδος» για τις ταυτότητες και η «ξαφνική» χριστιανοποίηση του εγχώριου εθνικιστικού κόμματος φαίνονται μερικά μόνο από τα παραδείγματα διαπλοκής θρησκευτικού και πολιτικού εθνικισμού. Με τρία ακόμα κείμενα της τελευταίας δεκαετίας, ο Τερζάκης σκοπεύει να συγκροτήσει εκ νέου -σε αυτήν τη δεύτερη έκδοση- τον πυρήνα του νέου φονταμενταλισμού στη «φαινομενική» γενέτειρά του.

Ο νέος φονταμενταλισμός μπορεί στην τρέχουσα ρητορική να συνδέεται -όπως άλλωστε το θέλει η δυτική παράδοση- με την Ανατολή, ωστόσο ο συγγραφέας θέλοντας να διερευνήσει αν η θρησκεία αποτελεί «πρωτογενή παράγοντα σύγκρουσης» ή το εργαλείο μιας ενδοεθνικής αλλά και διακρατικής «αιτίας πολέμου», μας υπενθυμίζει μερικές αναλογίες συμπεριλαμβάνοντας και την casus belli των Βαλκανίων. Έτσι λοιπόν, όπως αναφέρει, αν «[…] ο πόλεμος μεταξύ Ιράν και Ιράκ του 1980–1988 έμοιαζε με ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα σε Σιίτες και Σουνίτες Μουσουλμάνους· αντίστοιχες ενδοχριστιανικές διενέξεις τους είδους Καθολικοί εναντίον Ορθόδοξων επιστρατεύτηκαν για να δικαιώσουν, για παράδειγμα, τον αποσχιστικό αγώνα της Κροατίας και της Σλοβενίας από τη Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία […]». Εντέλει, το ευρωπαϊκό πλαίσιο καθώς φαίνεται απαλλαγμένο από τον ανατολικό θεό-μονάρχη (πλην όμως από αυτόν τον ίδιο με άλλη μάσκα βασανίστηκε εν μέσω συνεχών δικτατοριών κατά τον 20ό αιώνα), έχει ωστόσο τη δική του ιδιαιτερότητα. Εδώ μάλλον αξίζει να μνημονεύσουμε τον Foucault που συγκρίνει την ατομική λύτρωση στο χριστιανισμό και τον καπιταλισμό. Ιδού μία ακόμα αναλογία: άλλα τα προσωπεία, ίδιος ο σκοπός.

Πού καταλήγουμε λοιπόν; «Στη διαλεκτική μεταξύ μονοθεϊσμού και κράτους» (ένας λαός, μία γλώσσα, μία θρησκεία). Ο ανορθολογισμός καλά κρατεί, μόνο που ο εθνικισμός (και κάθε του μορφή τυπική ή άτυπη) με το ένα πόδι πατάει στον ορθολογισμό. Η εποχή άλλωστε που μπορούσε να πατάει και με τα δύο έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Τώρα, ο νέος ανορθολογισμός οφείλει να συνδιαλαγεί με τη Δύση καθώς η εμπειρία της αποικιοκρατίας έχει διαμορφώσει εκ νέου τα ρητορικά μέσα. Εδώ είναι που ο Τερζάκης αναζητά τη φύση του ανορθολογισμού στα στενά πλαίσια της δυτικής ορθολογικότητας, καθώς -όπως αναφέρει στο 1ο συμπληρωματικό παράρτημα- αυτό το ζώο της ιστορίας «παγιδεύτηκε σε αυτό που αποκαλούμε συνείδηση». Κι αν η παράδοση του ανορθολογισμού είναι πανταχού παρούσα στην ιστορία, τότε πρέπει να αναζητηθούν οι νέες μορφές που τη συγκροτούν, δηλαδή η πολιτική της ουσία. Αυτό λοιπόν το «σύγχρονο» καλυμμένο εθνικιστικό παραλήρημα υπαγορεύεται υπό το όνομα «Φονταμενταλισμός».   

Με αυτόν τον όρο ο συγγραφέας αναφέρεται σε όλη αυτή τη θεοκρατική παράδοση που άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο φαίνεται να αντιπαρατίθεται στην εκκοσμίκευση της Δύσης, που ο «θεοσεβούμενος» πυρήνας της εισάγει νέες μορφές εθνικισμού, που κάθε πτυχή της δυτικής επιστήμης θεωρείται επικίνδυνη και ως εκ τούτου αποτελεί μια διαπολιτική, ψευδο-θρησκευτική απειλή σκοταδισμού. Ορθώς, βέβαια, τονίζεται ότι ο φονταμενταλισμός λογίζεται ως ισλαμικό φαινόμενο ενώ απαράλλαχτη η πολιτική σημασία του θα ανιχνευτεί και στη δυτική, ελληνική κοινωνία.    

Αν μέχρι εδώ γίνεται φανερό ότι ο φονταμενταλισμός είναι ένα πολιτικό φαινόμενο που άλλοτε καλυμμένα και άλλοτε απροκάλυπτα -υπό το μανδύα της θρησκευτικότητας- απειλεί με νέες σταυροφορίες, τότε ο όρος «αραβικός σοσιαλισμός» μόνο απροκάλυπτα υποδεικνύει την πολιτική του σημασία. Το αιγυπτιακό παράδειγμα εκκοινωνισμού Ανατολής και Δύσης δεν είναι παρά μια απόπειρα ορθολογικοποίησης του ανορθολογισμού. Τελικά, ποιον ρόλο παίζει το θρησκευτικό στοιχείο;

Όπως, λοιπόν, τονίζει ο Τερζάκης ήδη από τον πρόλογο «ο φονταμενταλισμός είναι ένας καθυστερημένος εθνικισμός», έτσι και τώρα σημειώνει «[…] η μονοθεϊστική πίστη, της οποίας η ιστορική στιγμή θα είχε διαλεκτικά παρέλθει με την εθνική ολοκλήρωση, επανεπιστρατεύεται ως ρητορικό όπλο όπου και όταν δυσμενείς συνθήκες καθιστούν αδύνατη ή δύσκολα πραγματώσιμη την τελευταία. Ως τέτοια, όμως, είναι ελάχιστα θρησκεία με την παραδοσιακή έννοια του όρου και πρέπει να κριθεί με ιδιαίτερα, εν πολλοίς πολιτικά κριτήρια, ως μια μορφή δηλαδή σύγχρονης πολιτικής αλληγορίας».

Εντέλει, ο Τερζάκης στο ευρύ πλαίσιο του σύγχρονου φονταμενταλισμού, δεν παραλείπει να αναφερθεί και στο ελληνικό νεορθόδοξο φαινόμενο. Η συνύφανση της πολιτικής ρητορείας μέσω των συμμάχων εκκλησίας και κράτους είναι άλλωστε γνωστή πέραν των φαινομενικών διαφορών τους. Έτσι, λοιπόν, δείχνει χαρακτηριστικά ότι όταν ατόνησε η αντικομμουνιστική προπαγάνδα που καλλιεργήθηκε μετά τον εμφύλιο, ο εσωτερικός εχθρός έγινε εξωτερικός, παίρνοντας τώρα τη σκυτάλη ο μουσουλμανικός - τουρκικός κίνδυνος. Για την εξόντωση του νέου εχθρού, χρειάστηκε η επιστράτευση και του πνευματικού προσωπικού. Ο Τερζάκης ασκεί κριτική εν προκειμένω στην ιδεολογική θεολογία και το ορθόδοξο πνευματικό ήθος των Γιανναρά και Ράμφου.

Είναι εμφανές, όπως το δηλώνει και ο τίτλος του βιβλίου, ότι «ο ανορθολογισμός, ο φονταμενταλισμός και η θρησκευτική αναβίωση» έχουν πραγματικό λόγο ύπαρξης σε έναν ανταγωνιστικό συσχετισμό δυνάμεων που χάριν τούτου ακόμα κι ο ανορθολογισμός ορθολογικοποιείται προκειμένου να «αφυπνίσει» τις φιλελεύθερες μάζες. Με την ίδια ακριβώς λογική ο φονταμενταλισμός της Μέσης Ανατολής είναι ταυτόχρονα και εδώ. Για να καταδείξει αυτήν την πραγματικότητα ο Τερζάκης, ανατρέχει στις πολιτισμικές -και όχι μόνο- συνδέσεις που τη συγκροτούν, δηλαδή στην ιστορία, τη φιλοσοφία και τη θεολογία. Και αυτό είναι που διέπει μια ολοκληρωμένη, αναλυτική και ερμηνευτική ταυτόχρονα θεώρηση.