Η ποίηση, η φιλοσοφία, ίσως κι η μουσική
είναι μια αναρρίχηση του σώματος
βαθιά μέσα στο πνεύμα.

Οι σιωπές των κραυγαλέων, 2009.

*Τα γρανάζια της πόλης

Για δες απ’ το παράθυρό σου,

τα γρανάζια της πόλης και τα φώτα,

ρίξε μια ματιά στους περαστικούς.

Κι ύστερα βρες το παράπονό σου

μες τη σκόνη και των ιδρώτα,

μήπως και βρεις τους κυνικούς.

Μην τους ρωτάς διόλου για το σήμερα,

δεν τους απομένει τίποτα απ’ το χθες,

γιατί ειν’ οι εικόνες του απόμακρες,

γιατί ειν’ οι μνήμες τους θολές.

Κάτσε μπρος στο μικρό σου τζάκι

κι ας τη φωτιά του να σε καίει,

κάνε την πιο απίθανη ευχή.

Ριξ’ την μες τη φλόγα και τη στάχτη,

δες την που παύει ν’ αναπνέει

κι ας την στον αέρα να χαθεί.

Κάρβουνα έχουν γίνει όλες οι ευχές μας,

κάρβουνα οι μικρές κι μεγάλες μας στιγμές

Μα τις ζητάμε καμιά φορά να ζεσταθούμε

κι ας μας αφήνουνε σημάδια και πληγές.

Φωτογραφία: Χρ. Μαρκαντώνης

Κυριακή 29 Αυγούστου 2010

Περί τρελών και άλλων δαιμονίων...

Ι.
Ο τρελός κι ο Paranoid ήταν δυο άλλοι. Με τον τρελό ξεκινάει αυτή η διήγηση και καθώς δεν ξέρω, ίσως και να τελειώνει. Με τον Paranoid, απλώς συναντηθήκαμε αλλά μετά τον χάσαμε. Αλλά τον χάσαμε πριν τον τρελό. Ο Paranoid παρενέβη στην ιστορία. Γιατί ήρθε μετά. Ήρθε για λίγο. Αλλά ήρθε για πάντα. Γι αυτό σου λέω αυτή η διήγηση ίσως να μην τελειώνει ποτέ. Γιατί έγινε στ' αλήθεια. Γιατί οι διηγήσεις των ανθρώπων δεν έχουν τέλος και κυρίως αυτών των ανθρώπων που η ιστορία τους αν αρχίσει, δεν τελειώνει. Που η ιστορία τους σου λέω, ποτέ δεν τελειώνει, σαν αρχίσει.
Αυτοί οι δύο είναι η τρέλα και η παράνοια μαζί. Η τρέλα στην τέχνη, η παράνοια στη ζωή. Η τρέλα στη δημιουργία, η παράνοια σ' αυτό που συμβαίνει πραγματικά. Η τρέλα γι' αυτόν τον πόλεμο που κάνουμε συνέχεια με τον εαυτό μας και το είναι μας. Η παράνοια για εκείνον -τον άλλο πόλεμο- που κάνουμε με όλους και για όλα. Και τα δύο, αυτός ο ατέλειωτος πόλεμος που κάνουμε από πάντα και για πάντα.
Κατάλαβες, τι σου λέω; Τίποτα δεν τελειώνει, αν δεν αρχίσει. Τίποτα στ' αλήθεια δεν τελειώνει, σαν αρχίσει.

ΙΙ.
...αυτοί οι δύο ενσαρκώνονται σε χιλιάδες ανθρώπους και έχουν χιλιάδες ονόματα και χιλιάδες τόπους. Και μην σου περάσει απ' το νου, να μην τους καταλάβεις. Γιατί αυτό είναι κατάρα. Γιατί όλη τους η ζωή ξεκινάει και τελειώνει σ' αυτό. Μόνο το κράτος, με τους αστυνόμους και τους δικαστές, με τους υπουργούς και τους γραμματείς, με τα ήθη και τις αξίες δεν καταλαβαίνει αυτές τις ιστορίες. Μόνο το κράτος με τα ψυχιατρεία και τους σωφρονισμούς του, λέει πως όλα αυτά είναι μια τρέλα ριζωμένη στον κόσμο της παράνοιας. Μόνο το κράτος λοιπόν με τους ληστές και τους λωποδύτες, με τους εκδορείς και τους τυχοδιώκτες, δεν κατανοεί τις κραυγές αγωνίας του τρελού και κάνει πως δε βλέπει το σύνθημα του Paranoid
ΧΑΠΙΑ ΕΝΕΣΕΙΣ ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΑ
ΓΙΝΑΝ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ ΤΑ ΠΟΡΝΕΙΑ


                                                                               
                                                                                  ΙΙΙ.                                    
...Ο Paranoid είναι η ίδια η επανάσταση που δε θέλει παρά μια στιγμή για να συμβεί. Κι όμως αυτή η διδαχή, όπως σχεδόν όλες οι μεγάλες διδαχές...τι να σου θυμίσω τώρα; Τους Σωκράτηδες, τους Πρωταγόρες, τους Ευριπίδιδες; Σου λέω οι μεγάλες διδαχές δικάζονται και σταυρώνονται. Κι όχι πάντα στο σταυρό. Άλλοτε σε φυλακές κι άλλοτε στα ψυχιατρεία. Γι αυτό πάντα έτσι τον θυμόμαστε τον Paranoid, που δεν ξέρουμε αν είναι μέσα ή έξω, εκεί ή εδώ. Κάπως έτσι τον θυμόμαστε, πάντα σε συνάρτηση με αυτόν το στίχο του Παύλου που κι αυτός με παρόμοιο τίμημα την πλήρωσε τη διδαχή του. Γι όλους σου λέω το ίδιο νόμισμα. Τι κι αν είναι κορόνα, τι κι αν είναι γράμματα; Για όλους το ίδιο νόμισμα. Τους είδα στις αίθουσες των πανεπιστημίων και των δημόσιων σκοτεινών ψυχιατρείων, να συλλαβίζουν την ΑΒ της κραυγής. Κι ας είναι ελεύθεροι οι κώδικες, σαν την ΑΒ της κραυγής που μόνο στο σκοτάδι μπορεί να σημάνει τον κίνδυνο. Σαν τη γλώσσα της τρέλας και της παράνοιας που μόνο μέσα στο παραλήρημα -μόνο μέσα στο πραγματικό το παραλήρημα- μπορεί να σημάνει αυτόν τον κίνδυνο που τελειωμό δεν έχει. Καταλαβαίνεις τι σου λέω; Είναι αυτό το αδιάκοπο το τέλος που τελειωμό δεν έχει... 

Απόσπασμα από το πεζό Ένας τρελός με ένα μαχαίρι στο δέρμα

Τρίτη 25 Μαΐου 2010

Ένας τρελός με ένα μαχαίρι στο δέρμα (2010)


Κάπως έτσι σου λέω, τέλειωσε αυτή η νύχτα। Κάποιος έφυγε πριν, κάποιος μετά. Πού να θυμάμαι; Μέχρι που τα θυμήθηκα όλα, καθώς ένα άσχημο όνειρο με ξύπνησε. Ένα όνειρο παράξενο που μου ξανασυναρμολόγησε τη μνήμη. Γιατί ήμουν ατάραχος και προχωρούσα μέχρι που έναν πολύ μυστήριο άνθρωπο είδα στο βάθος του δρόμου. Δεν τον αναγνώρισα γιατί ήταν μακριά. Ένας σκοτεινός άνθρωπος, που βρισκότανε σε παραλήρημα, ενώ χανόταν στη βουή του κόσμου που φώναζε Προσοχή Τρελός. Ενώ αυτός απεγνωσμένα ζητούσε βοήθεια. Και όλο χανόταν σαν γρήγορος άνεμος ανάμεσα στους περαστικούς, φωνάζοντας Δεν είναι η αγάπη τίποτε άλλο παρά ένα ψέμα. Κι εγώ που στα γράφω όλα αυτά, νόμισα πως είναι τρελός. Ενώ τον έβλεπα να χάνεται μες στη βουή του κόσμου που φώναζε πανικόβλητος Βοήθεια Ένας Τρελός, ενώ από πάντα και για πάντα φώναζε ο κόσμος. Βοήθεια, Βοήθεια. Ένας Τρελός. Ένας Τρελός Με Ένα Μαχαίρι Στο Δέρμα.




ΟΙ ΣΙΩΠΕΣ ΤΩΝ ΚΡΑΥΓΑΛΕΩΝ (2009)


Ασήμαντοι άνθρωποι έρχονται και μου δίνουνε το χέρι/ κι εγώ τους λέω:/ ξεράστε το φόβο του θανάτου/ κι αυτοί μου λεν.../ κι εγώ: ξεριζώστε τη μήτρα της ζωής/ κι αυτοί.../ Αυτοί; / Αυτοί δεν υπήρξαν ποτέ./ Ο Χριστός, ο Τσε, ο Μωάμεθ, ο Γκάντι./ Αυτοί είναι αίματα και τοκετοί./ Έζησαν παντού και δεν έζησαν ποτέ.../ Είναι οι σιωπές των κραυγαλέων που πάντα μέσα μου ηχούν/ και μου θυμίζουν κάθε κατώφλι που ποτέ δε διάβηκα./ Είμαι στην Ελλάδα και είμαι στην Αμερική,/ είμαι στην Ευρώπη και είμαι στην Αφρική./ Είμαι παντού.../ Οι σιωπές των κραυγαλέων είναι πρόστυχα συνθήματα σε αδειανά κρεβάτια, στην οδό Κλεισούρας, στου Προμηθέα του Δεσμώτη, στην οδό Ελευθερίας. Είναι κραυγές που σωπαίνουν./ Μισισιπής, Πειραιάς, Άπω Ανατολή,/ είναι παντού... κι είναι και μέσα κι έξω, κι εδώ κι εκεί.../ κι όπου ο ουρανός κι όπου η γη.

ΣΙΓΟΒΡΑΣΜΑ ΟΝΕΙΡΟΥ (2006)

Όταν και το τελευταίο ανάκτορο
θα πέσει
και γκρεμιστούν όλα τα τείχη
και περισσέψουνε οι άνθρωποι
στο δρόμο
γυρεύοντας να στεγάσουν ένα τους φόβο,
αν κάπως έτσι είναι
η συντέλεια του κόσμου,
ας μείνει όρθια
η πιο ερειπωμένη μελωδία,
ας είναι η τελευταία μας
                                                                αίσθηση στον κόσμο ένα άκουσμα:
                                                                   η πιο φοβισμένη μουσική της
                                                                                ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ